Search by tag «ελληνική λογοτεχνία»

Βρέθηκαν εγγραφές: 33

Αετοί και λύκοι

4 Νοεμβρίου 2014 Από τη συλλογή μας

αα

 

 

 

Μία ιστορία που έγινε θρύλος. Η άγρια δολοφονία του πατέρα τους και ο όρκος εκδίκησης δύο αγοριών, οκτώ και δέκα χρόνων, που προσπαθούν να επιβιώσουν μόνα τους στις ψηλές κορφές της Πίνδου. Στα χρόνια που θ’ ακολουθήσουν, τα παιδιά θα μεγαλώσουν αναζητώντας τους φονιάδες του πατέρα τους. Θα έρθει η στιγμή της εκδίκησης και της τιμωρίας των ενόχων; Μια διαδρομή σαν βγαλμένη από παραμύθι. Έρωτας – Παρανομία – Δόξα. Η ιστορία των λήσταρχων Ρεντζαίων που συγκλόνισε την Ήπειρο και ολόκληρη την Ελλάδα. Ένα μυθιστόρημα που σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της δράσης και των έργων των παρανόμων της υπαίθρου την εποχή του μεσοπολέμου.

Αετοί και λύκοι : μυθιστόρημα / Βαγγέλης Κούτας  Αθήνα : Μεταίχμιο, 2013 412σ. ; 21εκ. 

Μια μπαλάντα για τη Ρεβέκκα

30 Οκτωβρίου 2014 Από τη συλλογή μας

κκκκΞημέρωμα 28ης Οκτωβρίου 1940. Η Ρεβέκκα, μια νεαρή εβραιοπούλα, χάνει την πρώτη μέρα του πολέμου, εξαιτίας μιας αμυγδαλίτιδας, και παίρνει μια σημαντική απόφαση: να είναι παρούσα σε όλες τις μεγάλες στιγμές που έρχονται. Την εφηβεία της σημαδεύουν διάφορα γεγονότα, ευχάριστα και δυσάρεστα, συνθήματα και διαδηλώσεις, φιλίες και προδοσίες, νεανικά χτυποκάρδια, όνειρα και επώδυνοι αποχωρισμοί. Τα πρόσωπα που κινούνται γύρω από την ηρωίδα, η τραγική Ελένη-Εσθήρ, ο ξεπεσμένος γαιοκτήμονας Χριστόφορος, ο ιδεαλιστής Αντρίκος, ο δωσίλογος Εμμανουήλ, ο καπετάν Κόζιακας, ο τρυφερός και ταλαντούχος Κωνσταντίνος και πολλοί άλλοι, ζωντανεύουν την πιο σκληρή και συνάμα ηρωική εποχή της νεότερης ιστορίας μας, φέρνοντας στο προσκήνιο γεγονότα άγνωστα σε πολλούς.Ένα βιβλίο μυθοπλασίας που διατρέχει την Κατοχή, περιγράφοντας ταυτόχρονα το εσωτερικό ταξίδι της ηρωίδας προς την ενηλικίωση. Ένα βιβλίο που με την πλοκή του θα συναρπάσει και με την αλήθεια του θα συγκινήσει όχι μόνο τους έφηβους αλλά και τους ενήλικους αναγνώστες.

Μια μπαλάντα για τη Ρεβέκκα / Μαρούλα Κλιάφα.  Αθήνα : Μεταίχμιο, 2011.  236σ. ; 21εκ

Γυναικών μικρές και πολύ μικρές ιστορίες

11 Οκτωβρίου 2014 Από τη συλλογή μας

[…] Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της, σγυαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ’ τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι.Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα. […]Σ’ αυτό το βιβλίο ο Μιχάλης Γκανάς ενδύεται τη στολή και τη μάσκα του και βυθίζεται αύτανδρος στη θάλασσα μιας ακαθόριστης -μα επιμόνως υπαρκτής-, χώρας. Είναι μία χώρα μυστική, όπου γυναίκες υφαίνουν τα σύνορά της με τα λεπτά νήματα της αγάπης, η χώρα που αθέατες στοιχειώνουν, κυβερνούν ή γκρεμίζουν: Γυναίκες σε cafe, στον απέναντι δρόμο, μπροστά σε έναν υπολογιστή, στη βρεγμένη θάλασσα της μνήμης, Αιγοκερίνες, γυναίκες με τ’ όνομα Κυμοθόη, γυναίκες στο τηλέφωνο, μα πάντα γυναίκες, μέσα στη μοναξιά και τον έρωτα, την απόγνωση και τη χαρά τους.

Γυναικών μικρές και πολύ μικρές ιστορίες / Μιχάλης Γκανάς. Αθήνα : Μελάνι, 2010. 97σ. ; 21εκ.  

Ο Σέργιος και Βάκχος του Μ. Καραγάτση

27 Σεπτεμβρίου 2014 Από τη συλλογή μας

sssΤο κείμενο του Ανδρέα Εμπειρίκου για το μυθιστόρημα του Μ. Καραγάτση “Σέργιος και Βάκχος βρέθηκε στις τελευταίες σελίδες ενός τετραδίου του 1960. Πρόκειται για το μοναδικό γραπτό τεκμήριο τόσο της θερμής φιλίας που αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο, όσο και του θαυμασμού του Εμπειρίκου για το έργο του Καραγάτση και ιδιαίτερα για τον “Σέργιο και Βάκχο”, στον οποίο αναφέρεται αποσπασματικά μία ακόμα φορά στο ημερολόγιο του ταξιδιού στη Ρωσία. Ο Εμπειρίκος μιλούσε συχνά για το μυθιστόρημα αυτό και για το έργο του Καραγάτση, τον οποίο θεωρούσε τον πιο σημαντικό Έλληνα μυθιστοριογράφο. […] Το ενθουσιώδες αυτό κείμενο δεν είναι μια κριτική, ο Εμπειρίκος ήταν άλλωστε αντίθετος στην ιδέα της κριτικής, συνδιαλέγεται με το μυθιστόρημα του Καραγάτση, απηχώντας ίσως στοιχεία ζωντανών διαλόγων των δύο φίλων. Μοιάζει να γράφτηκε για να δημοσιευτεί και ίσως ο θάνατος του Καραγάτση ακύρωσε την πρόθεση αυτή.Λεωνίδας ΕμπειρίκοςΜια φορά κι έναν καιρό ζούσαν στην Αθήνα δύο φίλοι: Ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος και ο λογοτέχνης Μ. Καραγάτσης. Ήταν φίλοι μα όχι γκαρδιακοί, γιατί πολλά τους χώριζαν, σε πολλά διαφωνούσαν.Υπήρχε όμως και ένα θέμα ιδιαίτερα σημαντικό που τους έβρισκε απόλυτα σύμφωνους: Ο Έρωτας εν γένει, αλλά και η κοινή αρνητική τους στάση όσον αφορά του τρόπο που η Εκκλησία αντιμετωπίζει τις ερωτικές σχέσεις. “Ναι, φίλτατε Δημήτρη”, φώναζε έμπλεος ενθουσιασμού ο Εμπειρίκος όταν τύχαινε να συναντηθούν, “ο έρωτας πρέπει να είναι πάντοτε ελεύθερος με όλας τας ηδονάς του”. “Συμφωνώ και επαυξάνω, αγαπητέ” απαντούσε ο Καραγάτσης με τη βαριά και μελαγχολική φωνή του και συμπλήρωνε με τον δικό του πεζογραφικό λόγο: “Δώσε, βρε αδελφέ, ανάσα στον άνθρωπο και μην του λες πως κάθε χαρά της επίγειας ζωής οδηγεί μετά θάνατο στην Κόλαση. Η στέρηση αγριεύει τον άνθρωπο και τον κατευθύνει σε κάθε λογής κακοποιό δραστηριότητα”.Μαρίνα Καραγάτση

Ο Σέργιος και Βάκχος   του Μ. Καραγάτση / Ανδρέας Εμπειρίκος   Αθήνα : Άγρα;  Κέδρος,  2013 86σ. ; 17εκ. 

Παρουσίαση

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης : ο αλλοδαπός της Αθήνας

8 Αυγούστου 2014 Από τη συλλογή μας

pp

 

 

 

 

 

Μια πολυσύνθετη και δημιουργική προσωπικότητα, όπως εκείνη του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, δεν ήταν δυνατόν να μην προσελκύσει την προσοχή και το ενδιαφέρον των ειδικών. Ο μονήρης βίος του, η αποστασιοποίησή του από τη ζωή και τον κόσμο, η ανιδιοτέλειά του, η επίμονη τάση του να συναναστρέφεται τους φτωχούς και τους πένητες στις φτωχογειτονιές, η κάπως αντιφατική σχέση του με τον πατέρα του και πολλά άλλα έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται αντικείμενο μελέτης. Η παρούσα γραφή προσπαθεί να δώσει την άποψη ενός παιδαγωγού, του οποίου το επιστημονικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις κοινωνικές όψεις της αγωγής και στη μελέτη των διαπροσωπικών σχέσεων και επικοινωνίας. Μέσα από το πρίσμα αυτό διερευνώνται οι διαπροσωπικές σχέσεις του μεγάλου δασκάλου με το οικογενειακό περιβάλλον και οι επιπτώσεις τους στον ίδιο και το έργο του, και επιχειρείται μια συνολική ερμηνεία της πολυσχιδούς και πολυδιάστατης προσωπικότητάς του.

 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης : ο αλλοδαπός της Αθήνας / Γιάννης Πυργιωτάκης.  Αθήνα : Ελληνικά Γράμματα, 2003.  236σ. ; 21εκ

Αποφθέγματα – Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης 

Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκεν την πείναν. Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν. Η όρεξις εγέννησε την αυθαιρεσίαν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Ενας μποέμ κοσμοκαλόγερος

llll

 

O Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης υπήρξε μια τραγική προσωπικότητα της νεότερης Ελλάδας με τόσο πολλές όψεις που ακόμη τον ανακαλύπτουμε. Εζησε μόνος, απένταρος, πιστός στην τέχνη, αδιάφορος για τα χρήματα και την κοινωνική ένταξη, μοίρασε τη ζωή ανάμεσα στα καπηλειά και στις εκκλησίες, σχεδόν ρακένδυτος, υπήρξε πάντα ένας αποσυνάγωγος τεχνίτης της γλώσσας και της αφήγησης. Ενας έλληνας μποέμ.Γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1851 σε ένα νησί που φημίζεται για τη φυσική καλλονή του και τους ψαράδες του, τη Σκιάθο. Ηταν το τέταρτο παιδί του ζεύγους Αδαμαντίου και Γκιουλιώς (Αγγελικής) Εμμανουήλ. Το επώνυμο Παπαδιαμάντης προέρχεται από το όνομα του πατέρα του που ήταν και παπάς.Τα παιδικά του χρόνια ήταν ανέμελα στο νησί και θα τα ανακαλέσει πολλές φορές νοσταλγικά στα κείμενά του. Ως το 1860 φοίτησε στο δημοτικό σχολείο Σκιάθου, όπου έμαθε τα βασικά- ανάγνωση, γραφή, μαθηματικά-, του άρεσε όμως, από ό,τι λένε, πιο πολύ να ζωγραφίζει. Στα παιχνίδια του είχε συντροφιά ανάμεσα στους άλλους τον ξάδελφό του, μετέπειτα καλό συγγραφέα Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και τον Νικόλαο Διανέλλο, μετέπειτα μοναχό Νήφωνα, ο οποίος θα είναι για χρόνια ο «κολλητός» του. Θα πάνε μαζί στο Αγιον Ορος, θα κατοικήσουν (μέχρι παρεξηγήσεως) για λίγο στο ίδιο διαμέρισμα, ώσπου ο Νήφωνας να παντρευτεί και να φύγει για να μείνει στο Χαρβάτι.Ανθρωπος των καπηλειών και των τρωγλών 
Ο πατέρας του θα τον στείλει στην Αθήνα για να σπουδάσει Θεολογία, αλλά αυτός θα κάνει στροφή την τελευταία στιγμή και θα γραφτεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Θα απογοητευθεί γρήγορα από το στείρο κλίμα και θα τα παρατήσει. Μελετά μόνος του αγγλικά και γαλλικά και παραδίδει μαθήματα. Φυτοζωεί κυριολεκτικά.

Το 1878 γνωρίζεται με τον εκδότη της «Ακρόπολης» Βλάση Γαβριηλίδη που θα τον παρακινήσει να δημοσιεύσει το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Η μετανάστις» στην εφημερίδα «Νεολόγος» Κωνσταντινουπόλεως. Θα ακολουθήσει το 1882 το δεύτερο μυθιστόρημά του με τίτλο «Οι έμποροι των εθνών» δημοσιευμένο στο «Μη χάνεσαι». Δημοσιεύει συνεχώς, γίνεται πια γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους, αν και αποφεύγει να συγχρωτίζεται με αυτούς. Οσο ζούσε δεν είδε ποτέ δημοσιευμένο δικό του βιβλίο, αλλά αυτό δεν εμπόδισε το έργο του να αποτελεί τη βασικότερη παρακαταθήκη για τους έλληνες πεζογράφους: Δ. Χατζής, Γ. Ιωάννου, Αλ. Κοτζιάς, Χρ. Μηλιώνης, Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Θ. Βαλτινός, Μένης Κουμανταρέας…

Είναι μια γραφική φιγούρα της Αθήνας. Ο συγκαιρινός του Μιλτιάδης Μαλακάσης τον περιγράφει ως «μια σιλουέτα   με ακατάστατα γενάκια, απεριποίητη περιβολή, λασπωμένα ή κατασκονισμένα υποδήματα,ξεθωριασμένο ημίψηλο,με μια παπαδίστικη κάννα με ασημένια λαβή, μαύρο κορδόνι γύρω από μια ασιδέρωτη λουρίδα,ένα είδος κολάρου,συγκρατώντας με τα χέρια του ένα πανωφόρι που του έπεφτε λίγο μεγάλο», το οποίο ήταν γνωστό ότι του το είχε στείλει από το Λονδίνο ο Αλέξανδρος Πάλλης. Ο Δ. Χατζόπουλος τον χαρακτηρίζει ιδιόρρυθμο, εκκεντρικό, μποέμ, άνθρωπο των καπηλειών και των τρωγλών, και τον παρομοιάζει με τον φιλόσοφο Μένιππο, τον πνευματώδη Λουκιανό, τον παρατηρητικό Ντίκενς, τον ψυχολόγο Τουργκένιεφ. Ο ίδιος όταν το μάθει θα πει: «Δεν μοιάζω με κανέναν,είμαι ο εαυτός μου». Συχνάζει στο μπακάλικο του Καχριμάνη στου Ψυρρή, αλλά και στη μικρή εκκλησία του Αγίου Ελισαίου, όπου ψάλλει μαζί με τον ξάδελφό του Αλέξανδρο Μωραΐτίδη.

Το 1906 αρχίζει να συχνάζει στη Δεξαμενή Κολωνακίου. Κάθεται στο πιο φτηνό από τα δύο καφενεία, αυτό του Μπαρμπα-Γιάννη, όπου ο καφές είχε μία δεκάρα. Αγοραφοβικός, μακριά από όλους τους πελάτες, σταύρωνε τα χέρια στο στήθος, έγερνε το κεφάλι και ονειροπολούσε. Εκεί τον φωτογράφισε ο Παύλος Νιρβάνας, σε αυτή τη φωτογραφία που τον έχουμε ως σήμερα.

Γράφει και μεταφράζει συνέχεια για να μπορεί να ζει. Το 1909 θα γυρίσει στο νησί του. Θα αρρωστήσει και θα πεθάνει το βράδυ της 2ας προς 3η Ιανουαρίου 1911. Εζησε μοναχικός, ανέραστος, πάσχων.

Η διαμάχη για το έργο του 
Ο Παπαδιαμάντης, αν και οι παλαιότεροι κριτικοί (Παλαμάς, Ξενόπουλος κ.ά.) θα εξυμνήσουν το έργο του, δεν θα τύχει της ίδιας αποδοχής από τους νεότερους. Η σχολή των Κ.Θ. Δημαρά και Π. Μουλλά θα μειώσει την αξία του, καθώς θα θεωρήσει ότι πρόκειται για λαογραφικά ηθικά κείμενα χωρίς ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία, ενώ του προσάπτει προχειρότητα και αναχρονιστικές τάσεις στη γλώσσα. Από την άλλη σκοπιά, οι αμύντορες της Ορθοδοξίας τον θεωρούν εκπρόσωπό τους, μη αναγνωρίζοντας καμία άλλη πτυχή στο έργο του. Η γλώσσα του Παπαδιαμάντη δίχασε επίσης την κριτική. Ο Κ. Χατζόπουλος και ο Α. Τερζάκης τη βρήκαν σχολαστική και προβληματική, ενώ τη θαύμασαν ο Τ. Αγρας, ο Ελύτης, ο Ζ. Λορεντζάτος κ.ά. Νεότεροι μελετητές αλλά και συγγραφείς που τον αγαπούν έχουν αναδείξει πλείστες όσες όψεις του συγγραφέα. Ανέδειξαν τον κοινωνικό Παπαδιαμάντη, αυτόν που στηλιτεύει την αδικία, τους πολιτικάντηδες, την παραδοσιακή θέση της γυναίκας που την «πουλάνε» μέσω του γάμου, είναι υπέρ του πολιτικού γάμου κ.ά. Τον χιουμορίστα Παπαδιαμάντη, με την ειρωνεία και τον σαρκασμό για να υποβάλλει σε οξύτατη κριτική πολλές καταστάσεις της εποχής. Τον ερωτικό Παπαδιαμάντη, με τις ποιητικές, αισθησιακές εικόνες των αβάσταχτων ερώτων. Τον ποιητή Παπαδιαμάντη, με τη μαγεία των λέξεων και των φράσεων που χρησιμοποιεί. Ελπίζουμε ότι εφέτος γιορτάζοντας τα 100 χρόνια από τον θάνατό του θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη ολόπλευρα, να γοητευτούμε από τα κείμενά του, να τον τοποθετήσουμε ολόπλευρα στη λογοτεχνική εικόνα της χώρας μας.

Χορεύουν οι ελέφαντες

5 Αυγούστου 2014 Από τη συλλογή μας

b1809721948-1949: Ένας αμερικανός δημοσιογράφος δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη. Η κυβέρνηση αναστατώνεται, ξένοι διπλωμάτες επεμβαίνουν. Ένας αθώος μπαίνει φυλακή. Η υπόθεση κλείνει.

Σχολικό έτος 2010-2011: Ένας μαθητής αρνείται να δώσει Πανελλαδικές. Ο αγαπημένος του καθηγητής του αναθέτει να ερευνήσει την παλιά υπόθεση. Ο πρώην άριστος μαθητής αρχίζει να ψάχνει.

Πόσο έτοιμοι είναι οι ενήλικες να ακούσουν τι έχει να πει;

Το “Χορεύουν οι ελέφαντες” συνδυάζει ιστορία και επινόηση. Αναφέρεται στη δίκη και την καταδίκη του Στακτόπουλου, στον οποίο αποδόθηκε ο φόνος του αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ, έγκλημα που συντάραξε τη χώρα την περίοδο του Εμφυλίου. Παράλληλα, το βιβλίο χαρτογραφεί τη σύγχρονη καθημερινότητα στην Ελλάδα του 2011. Ιδίως στο σχολείο. Αποτυπώνει την ελληνική περιπέτεια, σε μια πόλη με πολλά και αιματηρά ιστορικά στρώματα, όπως η Θεσσαλονίκη.

Χορεύουν οι ελέφαντες : μυθιστόρημα / Σοφία Νικολαϊδου. Αθήνα : Μεταίχμιο, 2012. 340σ. ; 21εκ.

Page 1 of 612345»...Last »
2013 © Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας